Κώδικας και Εκλογικός Νόμος στο Κρεβάτι του Κυβερνητικού Προκρούστη!!
Γράφει ο Ηλίας Παναγιωτακάκος
Με το βλέμμα στραμμένο στις κάλπες και την τοπική κοινωνία αποδυναμωμένη, η κυβέρνηση επιχειρεί μέσω του νέου νόμου για την αυτοδιοίκηση όχι να ενισχύσει, αλλά να ελέγξει. Σε 1.100 σελίδες, κατανεμημένες σε τέσσερα βιβλία, ο Υπουργός Εσωτερικών Θοδωρής Λιβάνιος παρουσιάζει ένα ογκώδες θεσμικό σχήμα που, πίσω από την επίφαση εκσυγχρονισμού, συνιστά μια βαθιά θεσμική υποχώρηση παρά κάποιες θετικές διατάξεις.
Το ευρωπαϊκό κεκτημένο γίνεται προσχηματικό.
Η ΕΧΤΑ, το Συμβούλιο των Δήμων και Περιφερειών της Ευρώπης, θέτει ως βάση την ενίσχυση της τοπικής αυτονομίας και τη σαφή κατανομή αρμοδιοτήτων και πόρων. Ο ελληνικός νόμος αντίθετα, εντείνει την εξάρτηση της αυτοδιοίκησης από το κεντρικό κράτος. Οι αποφάσεις για χρηματοδοτήσεις, στρατηγικές προτεραιότητες και διοικητικές αρμοδιότητες συγκεντρώνονται, μετατρέποντας τους ΟΤΑ σε εκτελεστικά όργανα της κυβερνητικής πολιτικής. Αντί για σύγκλιση με τις καλές ευρωπαϊκές πρακτικές, η κυβέρνηση προωθεί ένα νομοθέτημα που προκαλεί συρρίκνωση της δημοκρατίας, απαξίωση της πολιτικής συμμετοχής και θεσμική υπονόμευση της περιφέρειας.
Αυτοδιοίκηση χωρίς πόρους και ανθρώπινο δυναμικό.
Η πιο κραυγαλέα αντίφαση του νομοθετήματος: η ανάθεση αρμοδιοτήτων χωρίς τη στοιχειώδη πρόβλεψη πόρων και στελέχωσης. Η τοπική αυτοδιοίκηση καλείται να επιτελέσει ρόλους ανάπτυξης, κοινωνικής πρόνοιας, πολιτικής προστασίας και καινοτομίας με γυμνά τα χέρια. Χωρίς επαρκή χρηματοδότηση και εξειδικευμένο προσωπικό, οι δήμοι και οι περιφέρειες απλώς δεν μπορούν να ανταποκριθούν ούτε στις βασικές ανάγκες των πολιτών.
Μοντέλο εξάρτησης, όχι αποκέντρωσης.
Το νέο θεσμικό πλαίσιο δημιουργεί έναν αυστηρά ιεραρχικό μηχανισμό, όπου η «αυτονομία» είναι γράμμα κενό. Η αντιφατικότητα ολοκληρώνεται με τη διατήρηση των απευθείας αναθέσεων, παρά τις διακηρύξεις περί διαφάνειας. Αντί για ενίσχυση της κοινωνικής λογοδοσίας, ο νόμος μονιμοποιεί πρακτικές αδιαφάνειας και πολιτικής ευνοιοκρατίας.
Οριζόντια Αντιμετώπιση των Δήμων – Παράβλεψη της Ετερογένειας.
Η πιο σημαντική κριτική που προκύπτει από τον νέο Κώδικα είναι η οριζόντια και επιφανειακή αντιμετώπιση όλων των Δήμων, ανεξαρτήτως του μεγέθους τους, του πληθυσμού ή των γεωγραφικών και κοινωνικών χαρακτηριστικών τους. Η ελληνική τοπική αυτοδιοίκηση είναι πολύπλοκη και πολυδιάστατη, με την ανάγκη για ειδική προσέγγιση σε Αστικούς , Ημιαστικούς Δήμους, Αγροτικούς Δήμους και Νησιωτικούς Δήμους.
Η ενιαία κανονιστική αντιμετώπιση όλων αυτών των κατηγοριών Δήμων, χωρίς την απαραίτητη διαφοροποίηση, οδηγεί σε μεγάλες ανισότητες και αποξένωση των μικρών και περιφερειακών Δήμων. Στην πράξη, δημιουργείται ένα καθεστώς όπου οι μικροί Δήμοι υποβαθμίζονται σε σχέση με τους μεγάλους, και οι ανάγκες τους παραμένουν αγνοημένες.
Εκλογικός νόμος για «Νόμπελ» χειραγώγησης και παγκόσμιας πρωτοτυπίας.
Στον επίλογο, το αποκορύφωμα: ο νέος εκλογικός νόμος δεν στοχεύει στην αντιπροσωπευτικότητα, αλλά στη δημιουργία τεχνητών πλειοψηφιών – όχι αρίστων που επέλεξε η κοινωνία, αλλά αρεστών στο κυβερνών κόμμα. Η κατάργηση των δημοτικών και περιφερειακών ενοτήτων εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους: μικρές πληθυσμιακά κοινότητες κινδυνεύουν να μείνουν χωρίς καμία φωνή και εκπροσώπηση. χωρίς πρόσβαση στη λήψη αποφάσεων. Την ίδια ώρα, αντί να ενισχυθούν οι τοπικές κοινότητες ως αυτόνομες οντότητες, το νομοσχέδιο μεταθέτει όλες τις εξουσίες στη δημοτική αρχή.
Η τοπική δημοκρατία σβήνει με μια υπογραφή.
Η μεταρρύθμιση δεν ενισχύει, αλλά στραγγαλίζει τις τοπικές κοινότητες, καταργώντας την έννοια της αυτοτελούς οντότητας και συγκεντρώνοντας όλες τις εξουσίες στη δημοτική αρχή. Αυτό δεν είναι αποκέντρωση. Είναι πολιτικός συγκεντρωτισμός, με το προσωπείο της μεταρρύθμισης.
Η κεντρική εξουσία δεν κατανοεί, ή αν το κατανοεί, αγνοεί το γεγονός ότι οι δήμοι και οι περιφέρειες είναι οι πυλώνες που κρατούν ζωντανή τη δημοκρατία σε τοπικό επίπεδο. Ο εκσυγχρονισμός, που προτείνεται από τον ΥΠΕΣ, δεν αφορά τίποτε άλλο παρά τη δημιουργία ενός συστήματος που θα αποδυναμώσει τη δημοκρατική διαδικασία και θα καταστήσει τη λειτουργία των δήμων εξαρτώμενη από τις πολιτικές σκοπιμότητες της κεντρικής κυβέρνησης.
Υπάρχει άλλος δρόμος.
Αυτός ο «εκσυγχρονισμός» φαίνεται να είναι μόνο το τελευταίο βήμα σε μια σειρά κινήσεων που προσπαθούν να επαναφέρουν την Ελλάδα σε μια εποχή κεντρικής εξουσίας, όπου η συμμετοχή των πολιτών στις αποφάσεις της τοπικής αυτοδιοίκησης είναι μια ψευδαίσθηση. Αντί να καταστήσουμε τους δήμους πραγματικά ανεξάρτητους, και να τους προσφέρουμε τα εργαλεία για να είναι αποτελεσματικοί, ακολουθούμε ένα μοντέλο εξάρτησης που θα περιορίσει τη δημοκρατική λειτουργία της χώρας.
Οι ευρωπαϊκές καλές πρακτικές δείχνουν τον δρόμο: πραγματική συμμετοχή των πολιτών, αποκέντρωση πόρων και αρμοδιοτήτων, ενίσχυση του διαλόγου και διαφάνεια στις διαδικασίες. Στην Γαλλία, τη Γερμανία ,την Ισπανία, την Ολλανδία, τη Δανία, και στη Φινλανδία, οι δήμοι διαχειρίζονται βασικές κοινωνικές υπηρεσίες με αυτονομία και αποτελεσματικότητα.
Οι πολίτες της χώρας πρέπει να απαιτήσουν τον πραγματικό εκσυγχρονισμό της αυτοδιοίκησης, έναν εκσυγχρονισμό που δεν θα περιορίζεται σε λόγια και θεωρητικά σχέδια, αλλά σε ουσιαστικές αλλαγές που θα ενισχύσουν τη λειτουργία των δήμων με τη χρηματοδότηση, την ανεξαρτησία και τη συμμετοχή των πολιτών στην καθημερινότητα των τοπικών αποφάσεων. Στην Ευρώπη, οι δήμοι αποτελούν την καρδιά της τοπικής δημοκρατίας και της ανάπτυξης. Είναι καιρός η Ελλάδα να αναγνωρίσει αυτή την πραγματικότητα και να απομακρυνθεί από πολιτικές που την κρατούν πίσω.
Η Ελλάδα έχει ανάγκη από μια τοπική αυτοδιοίκηση που θα είναι θεσμικά ελεύθερη, οικονομικά αυτάρκης και κοινωνικά παρούσα. Όχι από έναν τοπικό γραφειοκρατικό μηχανισμό που θα λέει «ναι» σε όλα.
Το ερώτημα δεν είναι νομικό. Είναι βαθιά πολιτικό:
Θέλουμε τοπική δημοκρατία ή θέλουμε τοπική εξάρτηση;
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου